Μετά από ένα αρκετά μεγάλο -τουλάχιστον για τα δικά μου δεδομένα- αναγνωστικό διάλειμμα, αποφάσισα να καταπιαστώ με την αγαπημένη μου συνήθεια ξανά επιλέγοντας ένα από εκείνα τα βιβλία που παραμένουν εδώ και καιρό στη στοίβα με τα αδιάβαστα.
Η επιλογή ήταν εντελώς τυχαία. Πήρα απλά αυτό που βρισκόταν στην κορυφή της στοίβας. “Η δολοφονία του Σουλτάνου” του Αχμέτ Ουμίτ αποδείχθηκε τελικά ωραία παρέα όλο αυτό το διάστημα που χρειάστηκε να παραμείνω στο σπίτι λόγω καραντίνας και οι σελίδες του κατάφεραν να με “ταξιδέψουν” σε μια άλλη χώρα, αλλά και σε μια άλλη εποχή.
Διαβάζοντας τις πρώτες κιόλας γραμμές μεταφέρθηκα στην Κωνσταντινούπολη και άρχισα να ακολουθώ τα βήματα του Μουστάκ Σερχαζίν, ενός 60χρονου καθηγητή Ιστορίας, ο οποίος ζει μια ήρεμη και σχεδόν χωρίς ενδιαφέρον ζωή εδώ και 21 χρόνια που τον εγκατέλειψε η αγαπημένη του Νουζχέτ (επίσης ιστορικός στο επάγγελμα και δη πασίγνωστη με σπουδαίο έργο στο βιογραφικό της), όταν ξαφνικά δέχεται μία πρόσκληση σε δείπνο από εκείνη.
Όταν φτάνει στο σπίτι της και αφού συνέρχεται από μία κρίση ψυχογενούς φυγής (ένα είδος προσωρινής απώλειας μνήμης), βρίσκει την παλιά αγαπημένη του δολοφονημένη μ’έναν χαρτοκόπτη που είχε στη λαβή του χαραγμένη τη βούλα του Μωάμεθ του Πορθητή.
Ο Μουστάκ αποφασίζει να λύσει το μυστήριο και να ανακαλύψει τον δολοφόνο. Πρώτος και κύριος ύποπτος ο ίδιος. Το γεγονός ότι η Νουζχέτ τον είχε εγκαταλείψει ίσως ήταν η αιτία που τον οδήγησε να διαπράξει αυτό το αποτρόπαιο έγκλημα. Ή μήπως όχι; Κι αν η Νουζχέτ με τη νέα της μελέτη σχετικά με το θάνατο του Σουλτάνου απέκτησε εχθρούς που ήθελαν να τη βγάλουν από τη μέση προκειμένου να μη φέρει στο φως νέα στοιχεία που θα αμαυρώσουν την εικόνα του Μωάμεθ του Πορθητή; Τότε ο αριθμός των υπόπτων αυξανόταν!
Με αφορμή, λοιπόν, το έγκλημα του σήμερα και τη μελέτη της αγαπημένης του, ο Μουστάκ κάνει ένα “ταξίδι” στην Κωνσταντινούπολη της Άλωσης προσπαθώντας να αποκαλύψει ένα πιθανό έγκλημα του παρελθόντος, να δώσει απαντήσεις σε ένα άλλο ερώτημα που προκύπτει από την έρευνα της Νουζχέτ. Σκότωσε ο Μωάμεθ ο Πορθητής τον πατέρα του προκειμένου να ανέβει στον θρόνο; Η προσπάθειά του Μουστάκ να βρει απαντήσεις τον οδηγεί σε ενδιαφέροντα ιστορικά μονοπάτια, αλλά και στον συνδυασμό επιστημών όπως η ιστορία και η ψυχολογία.
Και μέσα από αυτό το “ταξίδι” του Μουστάκ θυμήθηκα κι εγώ μερικά σημαντικά γεγονότα της ιστορίας της Πόλης, γεγονότα ειπωμένα βέβαια όχι από κάποιον Έλληνα, αλλά από έναν Τούρκο συγγραφέα, ο οποίος παρουσιάζει και την πλευρά των νικητών, αλλά και την πλευρά των ηττημένων σε μία προσπάθεια να μείνει όσο το δυνατόν πιο αντικειμενική η αφήγηση των ιστορικών γεγονότων -αν και η ιστορική αλήθεια δεν μπορεί, κατά τη γνώμη μου, να είναι αντικειμενική μιας και αλλάζει ανάλογα με την οπτική γωνία του εκάστοτε ιστορικού.
Ο Αχμέτ Ουμίτ, ακόμα και αν δεν κατάφερε να είναι αντικειμενικός, κατάφερε να ζωντανέψει μπροστά στα μάτια μου με την αμεσότητα της γραφής του όλα όσα συνέβησαν μέχρι να αλωθεί η Πόλη από τον Μωάμεθ τον Πορθητή. Με “έσπρωξε”, επίσης, να αναζητήσω κι άλλες πληροφορίες για εκείνη την ιστορική περίοδο θέλοντας να σχηματίσω μια πιο ολοκληρωμένη εικόνα για εκείνα τα γεγονότα και να απαντήσω σε διάφορα ερωτήματα που προέκυψαν κατά την ανάγνωση του βιβλίου.
Συνοψίζοντας είναι ένα βιβλίο που θα πρότεινα σε κάποιον να διαβάσει αν του αρέσει το αστυνομικό μυθιστόρημα και η Ιστορία βεβαίως βεβαίως. Οφείλω, όμως, να προειδοποιήσω ότι η υπόθεση εξελίσσεται με πολύ πολύ αργούς ρυθμούς και κάπου κάπου κουράζει. Θα ήθελα να μπορώ να πω πως, ακόμα και αν κάποιες φορές κουράζει, αξίζει τον κόπο για να διαβάσεις το τέλος, αλλά δυστυχώς το τέλος ήταν κατώτερο των δικών μου προσδοκιών.
“Ε τότε, γιατί να το διαβάσω;” θα με ρωτήσεις. Μα φυσικά για να περιπλανηθείς κι εσύ στους δρόμους της Πόλης και της Ιστορίας.
No Comments